Όλα λοιπόν τα ¨στολίδια¨ είναι μαζεμένα μέσα στα κουτιά τους.
Οι κόκκινες μπάλες, τα λαμπάκια που αναβοσβήνουν κι όλο θαρρείς πως πάει δεν θα ξαναναψουν, πάει χάλασαν και να ξανά σου κλείνουν το μάτι και συ τα πιστεύεις τα μπαγασικα.
Σε διπλανό κουτί είναι μαζεμένες όλες οι χριστουγεννιάτικες κάρτες αυτές που φέρνουν κάθε χρόνο κοντά μας φωνές αγαπημένες, ωραίες φωνές που έχουν "κάτι" να πουν, πρόσωπα γελαστα χωρίς έννοιες, μέρες που είναι.
Και κει στο πλάι μάζεψες την παγωμένη, γυαλιστερή, ασημια βροχή από τα κλαδιά, που δεν εσταξε στο πάτωμα, έτσι το θέλησε, να σε θαμπωσει ήθελε μόνο.
Μετά δίπλωσες τα κλαδιά του δέντρου, σαν φτερούγες γύρω στον κορμό, τον ευθυτενη για να σηκώνει το βάρος των "θέλω" μας, λίγο από δω λίγο από κει, όλο και κάτι προκύπτει απρόοπτα..
"Άστα" είπα "αυτά τα αγγελάκια μην τα μαζεύεις ακόμα. Άστα να βρούνε το χρόνο τους και το δρόμο τους, σιγά - σιγά. Έχουμε καιρό γιαυτό. Παρέα μας κάνουν, άλλωστε".
Αλήθεια μου λες τι θα κάνουμε χωρίς τα αγγελάκια;